Petrina
Μέσ' από πράσινες ελιές
και στάχυα χρυσοφόρα
δεν είσαι πόλη από χαλκό,
ούτ' απ' αχάτη χώρα.
Σε ξέρει ο Θεός
και το καλό δεν σε ξεχνά ποτέ του,
σε ξέρει ο ήλιος και η βροχή
στα πόδια του Ταϋγέτου.
Μένουν τα πάντα ανάλλαχτα
τα σπίτια οι ζευγολάτες
και κουδουνίζουν οι πλαγιές
κι αχολογούν οι στράτες.
Σαν ένας ύμνος στην χαρά
των δουλευτών τα χέρια
σπέρνουν, θερίζουν, γνέθουνε,
σφυροκοπούν τη γης.
Και μέσ' στα λόγγια απλώνεσαι
πιο ειρηνικό απ' τ' αστέρια
κυψέλη ηλιοπλημμύριστη,
χωριό της προκοπής.